Η ομότιμη καθηγήτρια Παιδιατρικής της Ιατρικής Σχολής Αθηνών Μαρία Θεοδωρίδου έχει πει πως : Ο κοσμος ρωτα αν έπιασε το εμβόλιο, οπως και αν πρεπει να κάνουν τεστ αντισωμάτων. Να σημειωσουμε πως, ενας προσδιορισμός αντισωμάτων, είναι σημαντικός για την επιδημιολογική επιτήρηση και οχι σε ατομικό επίπεδο. Η θέση όλων των διεθνών οργανισμών είναι ξεκάθαρη: Δεν συστήνεται έλεγχος αντισωμάτων μετά από εμβολιασμό ή σε άτομο που πρόκειται να εμβολιαστεί .
Προσεξτε τωρα :
Η ανοσία δεν περιορίζεται μόνον στον προσδιορισμό των αντισωμάτων, αλλά έχει και ένα πολύ σημαντικό σκέλος, την λεγομενη κυτταρική ανοσία, κατι αναλογο με την κυτταρικη μνημη γενικα, που δεν μπορεί να μετρηθεί με ένα εργαστηριακό τεστ.
Η μέχρι τώρα εμπειρια έχει δείξει ότι η κυτταρική ανοσία διαρκεί τουλάχιστον 6 μήνες, ενώ στο ίδιο χρονικό διάστημα τα αντισώματα που εξουδετερώνουν τον ιό, μπορεί να παρουσιάζουν μείωση.
Το αποτέλεσμα ενός τεστ αντισωμάτων μπορεί να είναι αρνητικό, γεγονός που δημιουργεί απογοήτευση και ανησυχία στον εμβολιασμένο, αλλά κατι τετοιο είναι αναμενόμενο.
Ενα αρνητικό αποτέλεσμα έχει πολλές ερμηνείες λόγω της μεθοδολογίας που χρησιμοποιείται και λόγω διαφοράς στην παραγωγή αντισωμάτων μεταξύ φυσικής λοίμωξης και εμβολιασμού .
Η Θεραπευτική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ηδη διεξάγει μελέτη αξιολόγησης των αντισωμάτων έναντι του κορωνοϊού SARS-CoV-2 σε εθελοντές που λαμβάνουν τα εγκεκριμένα εμβόλια.
Η ύπαρξη αντισωμάτων σε ποσοστό άνω του 30% αποτελεί ένδειξη της ικανότητας του οργανισμού του εμβολιασμένου να αδρανοποιεί τον κορωνοϊό, ενώ αντισώματα άνω του 75% δηλώνουν ότι ο οργανισμός τυγχάνει πολύ υψηλής προστασίας έναντι του ιού.
Από τη σύγκριση των εμβολιασμένων άτομα 60-64 χρόνων με Pfizer/BioNTech ή AstraZeneca προκύπτει ότι 50 ημέρες μετά τον εμβολιασμό με Pfizer/BioNTech είχαν χορηγηθεί και οι δύο δόσεις το 98% ανέπτυξαν εξουδετερωτικά αντισώματα που τους εξασφάλισαν πολύ υψηλή προστασία από τον κορωνοϊό.
Ενώ στην ομάδα αυτών που εμβολιάστηκαν με AstraZeneca τους είχε χορηγηθεί μόνο η μία δόση, μόνο το 11% είχε εξουδετερωτικά αντισώματα που τους εξασφάλιζαν πολύ υψηλή προστασία.
Τα προκαταρκτικά αυτά αποτελέσματα επιβεβαιώνουν δύο πράγματα:
Α. την αναγκαιότητα της χορήγησης της δεύτερης δόσης των εμβολίων για την επίτευξη υψηλών τίτλων εξουδετερωτικών αντισωμάτων και
Β.τη μείωση του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί μεταξύ των δύο δόσεων του εμβολίου της AstraZeneca.
Η ερευνητική ομάδα του ΕΚΠΑ επισημαίνει ότι πιθανώς η δεύτερη δόση θα πρέπει να χορηγείται μεταξύ 4 και 8 εβδομάδων από την πρώτη δόση. Υπενθυμίζεται ότι η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών έχει ήδη συστήσει τη μείωση του μεσοδιαστήματος μεταξύ πρώτης και δεύτερης δόσης εμβολίου από τις 12 στις 8 εβδομάδες. Από τις 29 Απριλίου το υπουργείο Υγείας έχει δώσει τη δυνατότητα στους πολίτες που έχουν προγραμματίσει τον εμβολιασμό τους με AstraZeneca να φέρουν τη δεύτερη δόση δύο μήνες μετά την πρώτη.
Ενα συνηθισμένο ερώτημα στο οποίο προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση είναι η διάρκεια της προστασίας που παρέχουν τα αντισώματα
Α .μετά τη φυσική λοίμωξη και
Β .μετά τον εμβολιασμό.
Σε ό,τι αφορά τη φυσική λοίμωξη, γαλλική πολυκεντρική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο British Medical Journal έδειξε ότι τα αντισώματα παραμένουν έως και 13 μήνες και μειώνουν τον κίνδυνο της επαναλοίμωξης.
Είναι η πρώτη μελέτη που τεκμηριώνει την ύπαρξη εξουδετερωτικών αντισωμάτων μετά από φυσική λοίμωξη για έναν χρόνο και επιπλέον την κατά 96% μείωση του κινδύνου επαναλοίμωξης.
Αυτή και άλλες αντίστοιχες μελέτες ήταν που οδήγησαν την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών να τροποποιήσει την αρχική σύσταση που είχε διατυπώσει για τον εμβολιασμό των ατόμων που έχουν νοσήσει και αντί για δύο δόσεις εμβολίου να λαμβάνουν μία.
Αυτή πρέπει να λαμβάνεται από την 90ή ημέρα της νόσησης και μετά και έχει τον ρόλο της υπενθυμιστικής δόσης.
Σε ό,τι αφορά τη διάρκεια των αντισωμάτων που παράγει ο οργανισμός μετά τον εμβολιασμό, η μελέτη του ΕΚΠΑ αναμένεται να δώσει απάντηση, καθώς οι εμβολιασθέντες θα τεθούν υπό ιατρική παρακολούθηση έως και 18 μήνες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου.
Τα πρώτα δεδομένα δείχνουν ότι τρεις μήνες μετά τη δεύτερη δόση μειώθηκαν τα αντισώματα σε περίπου 20% των εμβολιασθέντων. Ωστόσο και πάλι συνεχίζουν να έχουν υψηλή προστασία έναντι του ιού. Με βάση και τα διεθνή δεδομένα, είναι πιθανό να χρειάζεται και τρίτη δόση εμβολίου το φθινόπωρο για όσους εμβολιάστηκαν τον περασμένο Ιανουάριο.
Πηγη https://www.protothema.gr/greece